Του Νίκου Σύφαντου
Πρώτα τα γεγονότα: Ο Αντώνης Σαμαράς άσκησε τους τελευταίους μήνες κριτική στην Κυβέρνηση με αιχμή τα Ελληνοτουρκικά.
Κινήθηκε σε μία περίμετρο, εντός της οποίας δεν υπήρξαν ούτε δεδομένα, ούτε πολιτικά παραγόμενα.
Επί της ουσίας ανταποκρίθηκε θετικά στη γραφή όλων εκείνων που στοχοποιούν τον Κ. Μητσοτάκη, με σενάρια που επιδιώκουν να μετατρέψουν κάτι καθόλου πιθανό σε αποφασισμένο.
Ως εδώ, ας πούμε πως όλα είναι καλά, παρ ότι η στάση του προκάλεσε αντιδράσεις στη βάση της ΝΔ.
Όμως ο πρώην Πρωθυπουργός πέρασε πια στην άλλη όχθη.
Επιτέθηκέ λυσσαλέα στον ίδιο τον Κ. Μητσοτάκη, με δημόσιους αφορισμούς και χαρακτηρισμούς που ξεπερνούν τα όρια του καλόπιστου συνομιλητή και τον καθιστούν πλέον εχθρό της Παράταξής του.
Το πιό έντιμο από την πλευρά του θα ήταν μαζί με τη συνέντευξή του στο ΒΗΜΑ να είχε παραιτηθεί από μέλος της ΝΔ και να είχε παραδώσει την βουλευτική του έδρα.
Ήξερε εκ των προτέρων, οτι με όσα είπε δεν στηρίζει πια την Κυβέρνηση.
Όμως σκέφθηκε κουτοπόνηρα. Για να μην του προσάψουν δεύτερη αποστασία, προτίμησε να τον διαγράψει ο Μητσοτάκης.
Εδώ όμως πάτησε πάνω σε νάρκη, γιατί δεν κατάλαβε πώς σε αντίθεση με τα όσα πιθανά επικαλείτο στο δημόσιο λόγο του, με τη στάση του παρήγαγε πολιτικό αποτέλεσμα για τον εαυτό του και η ιστορία θα γράψει δίπλα στο όνομά του, πως έφυγε δύο φορές από το κόμμα που τον ανέδειξε στο αξίωμα του Πρωθυπουργού.
Και κάπως έτσι, δεν απέφυγε τη νάρκη που έσκασε στά πόδια του.
Καλή συνέχεια στο δρόμο που διάλεξε.