Ηταν λίγο πολύ αναμενόμενο. Βέβαια κάποιοι ήλπιζαν μέχρι και τελευταία στιγμή πως θα άλλαζε γνώμη.
Ωστόσο ο Βασίλης Χατζηλάμπρου είχε , όπως φαίνεται, λάβει την απόφασή του καιρό τώρα.
Από την στιγμή που το κόμμα του , η Κομμουνιστική Οργάνωση Ελλάδας (ΚΟΕ), είχε διαφοροποιήσει την θέση της έναντι των κυβερνητικών επιλογών, παρότι στήριζε με φανατισμό, -σχεδόν- έως τότε, τις επιλογές του Αλέξη Τσίπρα, η πορεία ήταν προδιαγεγραμμένη.
Ο Βασίλης Χατζηλάμπρου στην πολύχρονη παρουσία του στην πολιτική και στους κοινωνικούς αγώνες έχει αποδείξει πως δεν δείχνει ελαστικότητα, ούτε ευκαμψία σε ιδεολογικές μεταλλάξεις.
Δεν θα μπορούσε επομένως να παραμείνει στις επάλξεις , ως βουλευτής, όπως τουλάχιστον τις διαμορφώνουν οι μικροκομματικοί συσχετισμοί.
Αλλωστε μπορεί να ανήκε στην «αριστερή κυβέρνηση», αλλά το γεγονός πως από τους πρώτους μήνες της θητείας της δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να την υπερασπιστεί ανοιχτά και δημόσια, έδειχνε τις προθέσεις και διαθέσεις του.
Ενας βουλευτής που στο παρελθόν βρέθηκε στους προμαχώνες των διεκδικήσεων , υψώνοντας ψηλά την γροθιά του αγώνα, δεν μπορούσε να υποστηρίζει περικοπές μισθών και συντάξεων , δημιουργώντας ακόμη μια νέα γενιά νεόπτωχων.
Όταν προ ημερών του απευθύναμε την κοινότυπη φράση «πως είσαι; Τι κάνεις;», και η απάντηση ήταν «όχι καλά», αποδείκνυε πως ο προβληματισμός ήταν έντονος. Και η στεναχώρια για το όνειρο που υλοποιήθηκε και θρυμματίστηκε από την πεζή πραγματικότητα των πολιτικάντικων υπολογισμών, ήταν εμφανέστατη.
Μπορεί ο Βασίλης Χατζηλάμπρου να μην ενταχθεί σε κάποιο ψηφοδέλτιο της επικείμενης αναμέτρησης , αλλά είναι βέβαιο πως δεν θα διεκδικήσει τον τίτλο του «απόμαχου».
Θα συνεχίσει στον δρόμο που έμαθε να πορεύεται δεκαετίες τώρα.
Είναι ,ωστόσο, λάθος να επιλέγεις την αποχή σε μια μάχη που δεν χρειάζεται ιδιαίτερη πολιτική διορατικότητα για να αντιληφθείς την κρισιμότητά της…