Του Ηρακλή Ρούπα, Οικονομολόγου
Παρακολουθώντας την διαδικασία έγκρισης του νέου φορολογικού νομοσχεδίου το οποίο όλως περιέργως χαρακτηρίσθηκε από τον κύριο Πιερακάκη ως βάση «εποχής φορολογικής ανακούφισης», έτυχε να διαβάσω με πολύ περιέργεια σχετικά πρόσφατο άρθρο του Υπουργού στο “Economist” για το τι πρέπει να κάνει η Ευρώπη για να ανταποκριθεί στο όραμα «Ντράγκι» με τίτλο που προβληματίζει: «Πώς θα έλθει η αναπτυξιακή έκρηξη». Έχοντας πάντα την εντύπωση πως η οικονομία -σύμφωνα με τις δηλώσεις του Υπουργού- πραγματοποιεί ιστορικά άλματα «διαρκούς δυναμισμού», διερωτήθηκα το λόγο που ο αρθρογράφος παραπέμπει στις θέσεις Ντράγκι.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι εν μέσω το θέματος των ακριβοπληρωμένων «συμβούλων» αποσύνθεσης των ΕΛΤΑ, αλλά και της επαναλαμβανόμενης γενικότερης λανθασμένης αναπτυξιακής στόχευσης του οικονομικού επιτελείου, ο Υπουργός θυμήθηκε το «όραμα» του Ντράγκι. Όταν όμως, αδυνατείς ως χώρα να παρουσιάσεις ένα αξιόπιστο πρόγραμμα αναμόρφωσης και όχι διάλυσης των ταχυδρομείων σου, δυσκολεύομαι να φανταστώ πως υφίσταται η ικανότητα να αναλύεται ο Ντράγκι. Πως διατηρείται η αίσθηση προγραμματισμού για «αναπτυξιακή έκρηξη».
Διαβάζοντας το άρθρο δυστυχώς, μου δόθηκε η εντύπωση πως δεν να έχει γίνει αντιληπτό ότι οι προτάσεις Ντραγκι έχουν πλέον περάσει από το οραματικό στάδιο στο πεδίου του «συναγερμού». «Η Ευρώπη κινδυνεύει με μία «αργή αγωνία σχετικής παρακμής». Αν βέβαια, όψιμα θεωρείται πως η ανάδειξη θέσεων που θα έπρεπε να είχαν υιοθετηθεί εδώ και χρόνια αποτελεί βάση που θα προσδώσει πολιτικό bonus σε όποιον τις επαναλαμβάνει, μάλλον «αγρόν αγοράζει» ο έχων την οπτική αυτή. Πολύ απλά γιατί μία τέτοιας μορφής αναδίπλωση – έστω και μέσω αρθρογραφίας – τοποθέτηση προβληματισμού. Ειδικά τώρα που τα μεγέθη της οικονομίας – όσο όμορφα και αν παρουσιάζονται – αναδεικνύουν την προβληματική που εκφράζει ο επίτροπος Οικονομίας της ΕΕ.
Ωραία λοιπόν η υιοθέτηση των απόψεων του πρώην Ευρωπαίου τραπεζίτη από τον Υπουργό. Διαφεύγει όμως της προσοχής του ότι όταν το βασικό αφήγημα της κυβέρνησης ήταν το «σχέδιο Πισσαρίδη». Κατά συνέπεια είναι εξαιρετικά δύσκολο ξαφνικά να αναδεικνύεται μία νέα οπτική. Εκτός αν η αρθρογραφία του συνιστά «κεκαλυμμένη» διαφοροποίηση από το κυβερνητικό αφήγημα του Πρωθυπουργού. Οπότε το πρόβλημα καθίσταται μείζονος σημασίας.
Οφείλω να ομολογήσω πως προσπαθώ καλόπιστα να διακρίνω μέσα από τίς δύο σημαντικές «αλλαγές» που επιθυμεί να αναδείξει ο κύριος Πιερακάκης, το εφικτό των επισημάνσεών του: Ως πρώτη αλλαγή τοποθετείται «η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς που πρέπει να συνδυασθεί με την ανταγωνιστικότητα». Σκόπιμα ίσως διαφεύγει της προσοχής του το γεγονός ότι η αδυναμία ελέγχων έχει διαμορφώσει πλέον στην χώρα πορεία «καρτελοποίησης» σε βασικούς τομείς της οικονομίας. Κατά συνέπεια, η «πρώτη» αλλαγή καθίσταται ως ουτοπική. Ως δεύτερη αλλαγή αναδεικνύει την «ευθυγράμμιση της ρύθμισης με τις μελλοντικές προτεραιότητες ανάπτυξης και όχι με τις παλιές». Ως παράδειγμα αναφέρονται οι δημόσιες συμβάσεις και η ταχύτητα εκτέλεσης και υλοποίησης.
Το ερώτημα αν η «στόχευση» αυτή αναδεικνύει μία ακόμα έμμεση κριτική παραμένει. Σε καμία από τις δύο προτεινόμενες «αλλαγές» όμως δεν αναδεικνύονται λύσεις. Επιπρόσθετα ως βάση σοβαρού προβληματισμού θα πρέπει να καταγραφεί η επισήμανση του πως πρέπει να «εξαλειφθούν οι αόρατοι δασμοί που κατακερματίζουν την εσωτερική αγορά της Ευρώπης». Την στιγμή που η έμμεση φορολογία στην χώρα μας και οι υψηλοί συντελεστές ΦΠΑ «ως αόρατος φόρος» σε συνδυασμό με την ακρίβεια εξαλείφουν το «φανερό» εισόδημα των πολιτών γεμίζοντας τα δημόσια ταμεία στην νέα εποχή «φορολογικής ανακούφισης» και μονοδιάστατης επιδοματικής πολιτικής, η επισήμανση τοποθετείται ως οξύμωρο.
Είναι εύκολο να επικοινωνείς ως Υπουργός την στόχευση «διαρκούς δυναμισμού» της οικονομίας. Άλλωστε, η επικοινωνία δεν κοστίζει τίποτα. Αν όμως ο σχεδιασμός του Κυρίου Πιερακάκη και ο ευγενής πόθος για αναπτυξιακή «έκρηξη αλλαγών» αποτελεί έκφανση των αποτελεσμάτων διακυβέρνησης και management των ΕΛΤΑ, τότε με κάθε διάθεση ευγενούς προσέγγισης, θα έλεγα πως ανάπτυξη μέσω «ταχυδρομικής περιστεράς» θα μας πάει πίσω πολλά χρόνια. Το ότι εγγράφως εξωτερικεύει τις απόψεις του ένας υπουργός όμως, πάντα αποτελεί θετικό βήμα καθώς ότι γράφεται μένει. «Scripta manent”.

