Μπαίνοντας στην τελική ευθεία προς τις εκλογές, και με το κλίμα που πάμε στις κάλπες να είναι, όχι απλώς υποτονικό αλλά ανύπαρκτο προεκλογικά, συλλαμβάνω τον εαυτό μου να αναπολεί πού και πού με νοσταλγία τις πυρετώδεις εκλογικές αναμετρήσεις της δεκαετίας του 1980!
Και τελικά, ναι. Από τη σημερινή (ξενέρωτη) εκλογική αντιπαράθεση που εξαντλείται μπροστά στις οθόνες των υπολογιστών και των τηλεοράσεων, θα προτιμούσα να ζήσω σε επανάληψη τις «μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις», με τις ορδές των μεταφερόμενων οπαδών, και με τις χιλιάδες πράσινες και μπλε σημαιούλες που ήταν τότε αναρτημένες παντού: σε μπαλκόνια, ταράτσες, εξώστες, και όπου αλλού μπορούσες να φανταστείς.
Αγαπητή αναγνώστρια, αγαπητέ αναγνώστη, βγάλε την οξύτητα και τον φανατισμό εκείνης της εποχής και προσπάθησε να δεις το ποτήρι της μισογεμάτο.
Τότε δεν υπήρχε Ίντερνετ. Ούτε τα social media. Ούτε τα πολλά κανάλια. Υπήρχαν, όμως, οι συγκεντρώσεις, οι αυτοκινητοπομπές, το πεζοδρόμιο με άλλα λόγια. Και σε τελική ανάλυση, δεν ήταν ωραίος εκείνος ο τζερτζελές, εκείνος ο χαβαλές, που εξέφραζε απόλυτα και το μεσογειακό μας ταμπεραμέντο;
Κάθε Νεοδημοκράτης ή Πασόκος που σεβόταν τον εαυτό του είχε τη σημαιούλα του κόμματος του στο μπαλκόνι του, στο αυτοκίνητο του. Έβγαινε στους δρόμους να πανηγυρίσει μετά από κάθε «μεγαλειώδη συγκέντρωση» του αρχηγού του που μετέδιδε τότε η (κρατική) τηλεόραση, εάν βέβαια δεν είχε παραβρεί ο ίδιος σ’ αυτήν έχοντας ταξιδέψει εκατοντάδες χιλιόμετρα.
Σαν τον συχωρεμένο τον γείτονα μου, τον μπάρμπα Γιάννη, που δεν έχανε συγκέντρωση του Μητσοτάκη ανά την ελληνική επικράτεια και κόμπαζε ότι είχε δοκιμάσει όλα τα κατά τόπους κρασιά!
Συνταξιούχος αστυνομικός, δεν είχε και τι να κάνει ο μπάρμπα Γιάννης, χωνόταν στα «πούλμαν της νίκης» για τους ομοϊδεάτες του, στα «πούλμαν των μεταφερόμενων οπαδών» για τους αντιπάλους.
Ήταν, βλέπεις, και τα χρόνια που έκαναν «χρυσές δουλειές» τα ταξιδιωτικά γραφεία.
Υπήρχε πόλωση; Ναι. Υπήρχε φανατισμός; Φυσικά. Όπως υπήρχαν και τα «πράσινα» και τα «γαλάζια» καφενεία, όπως υπήρχαν και οικογένειες, συγγενείς, που είχαν «σκοτωθεί» για τα κόμματα.
Όμως, αν το καλοσκεφτείς, πίσω από τον φανατισμό εκείνης της εποχής υπήρχε και ένας ολόκληρος κόσμος που είτε από αφέλεια, είτε από οικογενειακή παράδοση, είτε από ιδιοτέλεια γιατί είχε μπει το παιδί του στο Δημόσιο φιλώντας «κατουρημένες ποδιές», ακολουθούσε πιστά ένα κόμμα. Χωρίς εκπτώσεις, χωρίς συμβιβασμούς, χωρίς κωλοτούμπες.
Και τα χρόνια πέρασαν. Και γίναμε πραγματικοί Ευρωπαίοι. Και καταφέρνοντας να αποκτήσουμε τον απαραίτητο πολιτικό πολιτισμό, δεν «σκοτωνόμαστε» πλέον για τα κόμματα.
Ωστόσο, ενώ πολλοί επικρίνουν σήμερα με άνεση τον φανατισμό εκείνων των ταραγμένων εκλογικών αναμετρήσεων, ξεχνούν ότι η απρόσωπη εποχή μας, που αποθεώνεται στην εποχή του Ίντερνετ στο πληκτρολόγιο του υπολογιστή, έχει συμβάλει και σε έναν πολιτικό αμοραλισμό άνευ προηγουμένου, με βουλευτές και πολιτευτές να αλλάζουν, ακόμη και παραμονές εκλογών, τα κόμματα σαν τα πουκάμισα.
Ως εκ τούτου, και σε μια απόλυτη ήττα της πολιτικής, το χειρότερο είναι ότι αυτές τις… κυβιστήσεις που ισοπεδώνουν κάθε ιδεολογικοπολιτική αρχή ή αξία τις θεωρούμε πλέον απολύτως φυσιολογικές. Με άλλα λόγια, έγιναν όλα, τα κάναμε όλα… οικόπεδο.
Και άντε, το πολύ πολύ να «εκτονωθούμε» με ένα «κράξιμο» στο Διαδίκτυο, (πού αλλού;) κι αυτό είναι όλο…..
ΣΣ: Άρθρα και σχόλια του Διονύση Ζακυνθινού μπορείτε να διαβάσετε και στο προσωπικό μπλογκ του:zakpatras.wordpress.com