Γράφει ο “αντικαπνιστής”
Κοιτώντας τους πολίτες στην κεντρική πλατεία, με τα ροζιασμένα χέρια από τις αγροτικές εργασίες να πιάνουν το χοντρό φλυτζάνι του ελληνικού καφέ και τα πρόσωπά τους σκεφτικά από τις “βουρδουλιές” της οικονομικής κρίσης, θυμήθηκαν τη Γιάννα.
Τη Γιάννα, που έχει τις ίδιες σκοτούρες και ανησυχίες με αυτούς τους ταλαίπωρους ανθρώπους, να δηλώνει με περηφάνεια οτι το σύστημα είναι απέναντί της και πως θα ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ.
Λίγο πριν ο αγρότης τελειώσει τον καφέ του και μόλις δει στο ρολόι του καφενείου οτι η ώρα τον παίρνει για μία δηλωτή στα γρήγορα, ξαναθυμήθηκα τη Γιάννα.
Δεν μπορεί, λέω. Θα ξεκλέψει κι εκείνη λίγο χρόνο για να παίξει κανένα ταβλάκι στον καφενέ του Ψυχικού, εκεί κοντά που πριν από λίγα χρόνια πήγε να φουντώσει το δάσος από τις στρακαστρούκες της, γιατί που λεφτά για πυροτεχνήματα.
Τόσο πολύ την τσάκισε τη Γιάννα το σύστημα, τόσο πολύ την πρόδωσε που μετά βίας προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές της.
Κάθεται εκεί στον καφενέ με το κομπολογάκι και την πουράκλα της (συγγνώμη το σέρτικο Λαμίας) να καπνίζει και το σκέφτεται: Αχ και να ήμουν νέα να βγώ στο δρόμο να ρίξω και καμιά μολότοφ στο παλιο σαφρακιασμένο το σύστημα που μας τυραννάει και μας φουρκίζει. Αλλά είμαι εγώ για τέτοια τώρα; Με τέτοια στραπάτσα που έφαγα μόνο για την καρέκλα είμαι και περιμένω καρτερικά τον Αλέξη που θα τσακίσει το σύστημα για να μπορέσω κι εγώ μαζί με εκείνον τον έρμο τον αγρότη να πιούμε έναν γλυκύ βραστό και να πάνε τα φαρμάκια κάτω.
Α ρε καταραμένο σύστημα που άλλους τους ανεβάζεις και άλλους τους κατεβάζεις.