Ιερέα
Το στάδιο των αρετών άνοιξε, όσοι θέλουν μπορούν να αγωνιστούν τον καλό αγώνα την Μ. Τεσσαρακοστή. Αυτοί που θέλουν αγωνίζονται στην Εκκλησία ελεύθερα, μας λέει το τροπάριο της Κυριακής της Τυρινής. Η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι ως περίοδος προετοιμασίας και μετανοίας φωνή της συνειδήσεώς μας, η οποία, εσωτερική και ανέκφραστη, είναι προσωπική κρίση. Είναι περίοδος περισυλλογής, προσευχής, νηστείας και μετάνοιας. Αυτή η ευλογημένη περίοδος της Σαρακοστής, μας προετοιμάζει να βιώσουμε με τον Χριστό το Πάθος Του και τέλος να αξιωθούμε να δούμε την Ανάστασή Του όπως ψάλλουμε «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι…». Θα δούμε την Ανάσταση του Χριστού μέσα από την δική μας ανάσταση, την «ανάσταση» της ψυχής, την «ανάσταση» από την αμαρτία στην αγιότητα, μέσω της μετάνοιας. Η περίοδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι για την ορθόδοξη λατρευτική ζωή, κορυφαία περίοδος του ετήσιου λειτουργικού κύκλου. Με μακρές και κατανυκτικές Ακολουθίες, η Εκκλησία επιδιώκει να επιτύχει στους πιστούς, την μυστική βίωση και προσέγγιση των σωτηριωδών γεγονότων του Σταυρού και της Ανάστασης του Ιησού Χριστού. Το περιεχόμενο των ύμνων με τα υψηλά θεολογικά νοήματα, δημιουργεί κατάλληλες προϋποθέσεις για ουσιαστική, κατανυκτική και ευσυνείδητη συμμετοχή στις Ακολουθίες. Για το λόγο αυτό, το λειτουργικό ήθος και ο χαρακτήρας των ύμνων της περιόδου αυτής αποτυπώνουν το ιδιαίτερο βίωμα της χαρμολύπης.
Χαρμολύπη, είναι το ανάμεικτο συναίσθημα χαράς και λύπης. Ο μεγάλος αγιογράφος και συγγραφέας Φώτης Κόντογλου λέει: «Γι’ αυτή την πνευματική χαρά που δίνει ο Χριστός σε όσους τον αγαπούν και που βγαίνει από την θλίψη, έγραψαν πολλά και θαυμαστά οι άγιοι Πατέρες. Αυτή την πνευματική χαρά, ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος τη λέγει Χαροποιόν πένθος και Χαρμολύπη. «Πένθος για τον Θεό, λέει, είναι το να είναι σκυθρωπή η ψυχή σου, και η καρδιά σου να ποθεί να πικραίνεται, και ν’ αποζητά ολοένα αυτό που διψά, και επειδή δεν το βρίσκει, να το κυνηγά με πόνο και να τρέχει ξοπίσω του κλαίγοντας απαρηγόρητα». Αυτή η ουράνια παρηγοριά, είναι κάποια ανακούφιση και θεϊκή ξαλάφρωση, που παρηγορά την πονεμένη και λυπημένη ψυχή, όπου θλίβεται γιατί χωρίσθηκε από τον Θεό για τις αμαρτίες της. «Κανένα πράγμα δεν ταιριάζει με την ταπεινοφροσύνη, όσο αυτό το χριστιανικό πένθος», συνεχίζει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. «Αληθινή και όχι ψεύτικη χαρά, νιώθει μόνο όποιος έχει τον Χριστό μέσα του, και είναι ταπεινός, πράος, γεμάτος αγάπη. Αληθινή χαρά έχει μόνο εκείνος που ξαναγεννήθηκε στην αληθινή ζωή του Χριστού. Κι αυτή η αληθινή χαρά βγαίνει από καρδιά που πονά και θλίβεται για τον Χριστό, και βρέχεται από το παρηγορητικό δάκρυ το οποίο δεν το γνωρίζουν οι άλλοι άνθρωποι, κατά τον άγιο λόγο που είπε το στόμα του Κυρίου: «Μακάριοι οι πενθούντες, ότι αυτοί παρακληθήσονται»[1]. Κι αυτή η βεβαιότητα που δέχεται μυστικά, τον κάνει να χαίρεται πνευματικά. Όλα τ’ άλλα που τα λένε χαρές οι άνθρωποι, δεν είναι αληθινές χαρές. Μία είναι η αληθινή χαρά, τούτη η πονεμένη χαρά του Χριστού, που εξαγοράζεται με την θλίψη, γι’ αυτό ο Κύριος την λέει «πεπληρωμένη» [2], δηλ. τέλεια, γεμάτη, αληθινή και σίγουρη[3].
Η προσευχή είναι το ιδιαίτερο γνώρισμα της Μ. Σαρακοστής. Όπως δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αναπνοή, έτσι δεν μπορούμε να ζήσουμε πνευματικά χωρίς την προσευχή. Η προσευχή είναι το οξυγόνο της ψυχής. Ο ιερός Αυγουστίνος λέει: «Με την θερμή σου προσευχή κρατάς στα χέρια σου το κλειδί του ουρανού». Ένας Γάλλος επιστήμονας, βιολόγος και γιατρός, ο Παστέρ, λέει ότι: «Όταν ο άνθρωπος προσεύχεται, έχει στα χέρια του μία κινητήρια δύναμη, ένα όπλο, για να αντιμετωπίσει το κακό». Ο προσευχόμενος άνθρωπος δέχεται την θεία Χάρη με τα άγια Μυστήρια της Εκκλησίας[4].
Ο άγιος Ιερομάρτυς Ανδρόνικος, Αρχιεπίσκοπος Πέρμ, αναφερόμενος σε νέους, λέει για την προσευχή: «Η προσευχή δεν είναι μάθημα, που το διαβάζουμε μόνο όταν μας το ζητούν. Πάντοτε πρέπει να προσευχόμαστε… Όταν προσεύχεσαι, μιλάς με τον Θεό. Πώς θα Του ζητήσεις κάτι, λοιπόν, αν δεν γνωρίζεις να προσεύχεσαι; Απ’ όλα μας τα έργα η προσευχή είναι το πιο σπουδαίο και το πιο ιερό». Επομένως, η προσευχή είναι επικοινωνία και κοινωνία με τον Θεό. Όπως έλεγε και ο άγ. Παϊσιος ο Αγιορείτης, η προσευχή είναι το «τηλέφωνο» του Θεού.
Ο άνθρωπος του Χριστού, όλα τα κάνει προσευχή, λέει ο άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης. Και συνεχίζει, όλα τα προβλήματά μας, τα υλικά, τα σωματικά, τα πάντα, να τ΄ αναθέτουμε στον Θεό. Πως λέμε στην Θεία Λειτουργία, «… και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα». Όλη τη ζωή μας σ΄ Εσένα, Κύριε, αφήνουμε. Ό, τι θέλεις Εσύ. Όλα με την προσευχή τακτοποιούνται. Αλλά πρέπει να έχεις αγάπη, φλόγα στην προσευχή. Να μην έχεις άγχος αλλά εμπιστοσύνη στην αγάπη και στην Πρόνοια του Θεού. Όλα είναι μέσα στην πνευματική ζωή. Όλα αγιάζονται, και τα καλά και τα δύσκολα και τα υλικά και τα πνευματικά και όσα αν ποιήτε, προς δόξαν Θεού ποιείτε, όπως το λέει ο Απόστολος Παύλος. Όταν είσαι έν προσευχή, έρχεται μέσα σου η Χάρις του Θεού. Όταν έχεις την Χάρι, όλα γίνονται με χαρά, χωρίς κόπο. Όταν κάνουμε συνέχεια προσευχή, θα μας φωτίζει ο Θεός τι να κάνουμε κάθε φορά και στις πιο δύσκολες καταστάσεις. Θα το λέει ο Θεός μέσα μας. Θα βρίσκει τρόπους ο Θεός. Όταν πάλι έχουμε αιτήματα για τον κόσμο, να τα λέμε μυστικά, με την προσευχή που γίνεται «έν τω κρυπτώ» και δεν φαίνεται. Η πολλή περίσπαση δεν διευκολύνει την προσευχή. Αν ο Κύριος δεν βοηθήσει, τι να κάνουν οι δικές μας προσπάθειες; Όταν προσευχόμαστε και λέμε το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», να το λέμε με την αίσθηση ότι έχουμε ανάγκη το έλεος του Θεού. Σαν να μην έχουμε από πουθενά βοήθεια, είμαστε στο έσχατο σημείο, και η ελπίδα μας είναι μόνο το έλεος του Θεού, το οποίο έχουμε πολύ ανάγκη. Τότε σίγουρα, όταν προσευχόμαστε κατ’ αυτό τον τρόπο, θα μας δώσει πληροφορία, και θα μιλήσει ο Θεός μέσα μας, στην ψυχή μας. Θα συνδεθούμε με το πνεύμα της Χάριτος. Άρα προσευχή, προσευχή με ταπείνωση και αγάπη[5].
Η νηστεία, εκτός από την σωματική, η οποία είναι η αποχή ορισμένων (αρτύσιμων) τροφών, συνίσταται και στην πνευματική νηστεία, η οποία είναι η “αλλοτρίωσις των κακών” κατά τους αγίους Πατέρες. Είναι η αποχή από την αμαρτία, αποχή από τον κακό εαυτό μας, αποχή από τα πάθη και των εμπαθών επιθυμιών. Η νηστεία χαρακτηρίζεται από τον Μέγα Βασίλειο «παθοκτόνος», δηλ. νέκρωση των παθών και όχι «σωματοκτόνος». Η νηστεία απαλλάσσει από δύο βάρη, την γαστριμαργία και από τα πάθη.
Η αγία Τεσσαρακοστή είναι μία μίμηση της ζωής του Χριστού. Ο Ιησούς, μετά την Βάπτισή Του πήγε στην έρημο και εκεί, «νηστεύσας ημέρας τεσσαράκοντα και νύκτας τεσσαράκοντα ύστερον επείνασεν». Ο Χριστός ήταν τέλειος άνθρωπος, όπως και τέλειος Θεός και, μέσα Του δεν είχε την αμαρτητική φορά, αλλά χρειαζόταν να μας δώσει τύπο ζωής και πολιτείας εδώ στη γή. Έπρεπε να έχουμε μία εικόνα ασκήσεως μπροστά μας, για να επιτύχουμε του σκοπού μας, που είναι η ένωσή μας με τον Θεό και ο αγιασμός. Κατά την περίοδο αυτή δέχθηκε ο Χριστός και τους πειρασμούς[6] του διαβόλου και, κατά την διάρκεια των πειρασμών Του άγγελοι Τον διακονούσαν. Ο Χριστός με την νηστεία, σε όλους τους πειρασμούς βγήκε νικητής. Το ίδιο βγαίνει νικητής και ο πιστός, ο οποίος αγωνίζεται με την βοήθεια και την Χάρη του Χριστού κατά των πειρασμών. Χρειαζόμαστε εκπαίδευση. Η περίοδος της νηστείας, ιδιαίτερα την Μ. Τεσσαρακοστή, είναι μία πνευματική εκπαίδευση του χριστιανού. Μαθαίνει να αγωνίζεται κατά των παθών. Ο Κύριος μας έδειξε τον τρόπο, αφού πρώτα αυτός, ως άνθρωπος, πειράσθηκε από τον πονηρό και τους πειρασμούς του.
Η μοναξιά και η απομόνωση είναι πολλές φορές όπλα του διαβόλου. Παράδειγμα η Εύα, την οποία πείραξε ο «όφις», όταν ήταν χωρισμένη από τον Αδάμ. Η απομόνωση μερικές φορές, φέρνει την απελπισία, την μονοτονία, την ακηδία (τεμπελιά) και την πείνα. Τότε ο πονηρός παίρνει θάρρος να μας πολεμήσει με πειρασμούς και επιτίθενται εναντίον μας. «Όταν όμως μας δει με τους άλλους αδελφούς μαζί, σεγκεκροτημένους και συγκεντρωμένους, δεν έχει το θάρρος να μας κάνει μεγάλη ζημιά», λέει ο ιερός Χρυσόστομος. Γι’ αυτό να συχνάζουμε και να συμμετέχουμε στην Εκκλησία, στις ιερές και κατανυκτικές ακολουθίες της Μ. Τεσσαρακοστής, ώστε όλοι μαζί να στηρίζουμε ο ένας τον άλλον και να ενθαρρυνόμαστε, πως στον αγώνα μας δεν είμαστε μόνοι αλλά μαζί μας είναι όλη η Εκκλησία. Επίσης, τονίζει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος πως, δεν είναι μεγάλο κατόρθωμα να διέλθουμε τις ημέρες απλώς της νηστείας, αλλά σημασία έχει να διορθώσουμε κάτι από τα ελαττώματά μας και να «πλυθούμε» (διά της μετανοίας) από τα αμαρτήματά μας. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέει, πως η νηστεία είναι και καθάρσιο του εαυτού μας. Ο χριστιανός επιτυγχάνει τη «συννέκρωση» με τον Χριστό, συμμετέχει στη νέκρωση του Χριστού και τα άγια Πάθη Του με την άσκηση μέσα στην Εκκλησία. Όπως ο Κύριος νεκρώνει την σάρκα Του για την σωτηρία του κόσμου, έτσι και οι χριστιανοί νεκρώνουν τα πάθη τους για την δική τους σωτηρία. Ο Χριστός νήστεψε πριν τον πειρασμό, εμείς πριν από το Πάσχα. Άγγελοι Κυρίου στηρίζουν και ενδυναμώνουν την πίστη στον αγώνα τους αγωνιστές.
Ο Χριστός, αδελφοί μου, μας καλεί να γίνουμε άγιοι, «ότι εγώ», λέει, «άγιος ειμί». Επιθυμεί ο Κύριος και Πλάστης μας να έχουμε κοινωνία μαζί Του και να γευθούμε την Χάρι Του, να μετάσχουμε δηλαδή της αγιότητάς Του. Η κοινωνία με τον Θεό, είναι ζωή μετάνοιας και αγιότητας, η δε απομάκρυνση απ’ Αυτόν, η αμαρτία, ταυτίζεται κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, με την «κακίαν της καρδίας». Ο Χριστός δεν είχε την «κακίαν της καρδίας», ούτε πονηριά, διότι δεν είχε αμαρτία. Επειδή ήταν Θεάνθρωπος. Η αγιότητα, είναι ιδιότητα του Θεού, ο Οποίος είναι ο «προσφέρων και προσφερόμενος…», ο «εσθιόμενος και μηδέποτε δαπανώμενος, αλλά τους μετέχοντας αγιάζων», όπως λέμε στην θεία Λειτουργία.
Προϋπόθεση όμως, για να συγχωρήσει τις αμαρτίες μας ο Θεός και να φθάσουμε στην αγιότητα, ιδιαίτερα τώρα που αρχίζουμε τον πνευματικό αγώνα, είναι η συγχώρεση των παραπτωμάτων των αδελφών μας. Στην «επί του όρους ομιλία» Του ο Χριστός λέει: «Εάν δεν συγχωρήσετε τα παραπτώματα των αδελφών σας, ούτε ο ουράνιος Πατέρας θα συγχωρήσει τα δικά σας παραπτώματα». Εάν εμείς δεν «ξεχρεώνουμε» τα λίγα σφάλματα των αδελφών μας, ο Θεός θα μας «χρεώσει» τα περισσότερα, τα δικά μας σφάλματα. Όταν έχουμε την καλή διάθεση (προαίρεση) να συγχωρούμε, τότε έρχεται η Χάρις του Θεού. Λέει ο ποιητής και φιλόσοφος Gibran (Γκιμπράν): «Ζωή χωρίς αγάπη (και χωρίς συγχώρεση), είναι δέντρο χωρίς άνθη και καρπούς».
Στον αγώνα λοιπόν του ανθρώπου να επιτύχει την αγιότητα (θέωση), για την οποία δημιουργήθηκε, και η οποία αποβλέπει αποκλειστικά και μόνο στην σωτηρία του ανθρώπου, η Ορθόδοξη Εκκλησία θέσπισε την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ως περίοδο ιδιαίτερης και εκτενής προσευχής, δέησης και άσκησης, ώστε να κατευναστούν τα πάθη της ψυχής και του σώματος. Την οποία πρέπει να βιώσουμε με προσευχή, νηστεία και μετάνοια, ώστε να γευθούμε αληθινά το Πάσχα με όλους τους αγίους, γινόμενοι κι εμείς «άγιοι», διά της ομολογίας ενώπιον Θεού και ανθρώπων ότι είμαστε αμαρτωλοί αλλά μετανοούντες[7]. Να ομολογήσουμε δηλαδή την ανθρώπινη ατέλεια και αδυναμία μας και την μηδαμινότητά μας ενώπιον του άγιου Θεού.
Ωστόσο, για να μετανοήσουμε, χρειάζεται να έχουμε αυτογνωσία. Δηλαδή, να έχουμε συναίσθηση ότι φταίξαμε απέναντι του Θεού και των ανθρώπων. Η αυτογνωσία είναι πορεία προς την τελειότητα. Βιώνοντας το λάθος μας, αποφασίζουμε να αλλάξουμε τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς. Μετάνοια, έλεγε ο Γέροντας Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός, είναι παύση της αμαρτίας. Η αμαρτία μας χωρίζει από τον Θεό. Όταν αμαρτάνει ο άνθρωπος, υποφέρει όλη η ψυχοσωματική του οντότητα. Νιώθει ο άνθρωπος μοναξιά, δυστυχία. Αποτέλεσμα λοιπόν της αμαρτίας είναι ό, τι νιώθουμε. Επομένως, για να περιοριστεί το κακό, η αμαρτία, χρειάζεται να αλλάξει η εσωτερική μας διάθεση, η προαίρεσή μας κατά τους Πατέρες, να ξαναβρούμε τον στόχο μας και να επιστρέψει η καρδιά, ο νούς και η θέλησή μας στο Θεό. Να ταυτίζεται το θέλημά μας με το θέλημα του Θεού. Κι αυτό, είναι μετάνοια.
Η αμαρτία κουράζει, ο Χριστός όμως ξεκουράζει και αναπαύει. «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς», λέει το άγιο στόμα του Κυρίου. Μετανοούμε όπως το παιδί στον Πατέρα. Θεέ μου, λέμε, Πατέρα μου, συγχώρεσέ με, διότι με την αμαρτία διασπάσθηκε η σχέση αγάπης μαζί Σου. Διασπάσθηκε η κοινωνία μαζί Σου. Ζητούμε το έλεος, την συγχώρεση του Θεού με την μετάνοια. Και ο Θεός σίγουρα συγχωρεί όσα αμαρτήματα κι αν έχουμε, όταν μετανοούμε πραγματικά και συγχωρούμε κι εμείς τους αδελφούς μας.
Στην ουσία, μετανοώ και εξομολογούμαι, διότι αναζητώ το άλλο Πρόσωπο, το οποίο άλλο Πρόσωπο (ο Θεός) με αγαπάει όχι γιατί είμαι κάποιος, αλλά με αγαπάει γιατί Αυτός μόνο αγαπάει. Δεν με αγαπάει επειδή εγώ είμαι υπέροχος, είμαι φοβερός, αλλά επειδή η αγάπη Του δεν έχει όρους, είναι αγάπη μανική που λέει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής. Με αγαπάει το ίδιο στην αρετή μου, το ίδιο και στην πτώση μου. Το ίδιο στις φωτεινές μου και το ίδιο στις σκοτεινές μου ημέρες. Οπότε, αισθάνομαι ότι δεν σώζομαι επειδή είμαι κάποιος αλλά επειδή Κάποιος με αγαπάει[8]. Ο καρπός της μετάνοιας είναι η ιερά εξομολόγηση και η έλευση της θείας Χάριτος διά μέσω του Ιερέως – Πνευματικού.
Με την μετάνοια ο άνθρωπος, ξαναβρίσκει τον χαμένο του εαυτό (άσωτος) και τη χαμένη κοινωνικότητα, επειδή επανασυνδέεται με την πηγή της ζωής, τον Θεό. Έτσι, πορευόμενοι με την θεία Χάρη, να «πλύνουμε» τις συνειδήσεις «γνώμη αγαθή» διά της μετανοίας, έχοντας την βεβαιότητα ότι οι ουρανοί και η γή και πάντα «τα ορατά και αόρατα», θα καταυγασθούν στο τέλος με το άκτιστο Φώς της Αναστάσεως του Κυρίου. Μόνο όσοι συμπορευθούν με τον Χριστό στα άγια Πάθη Του, θα συν-αναστηθούν μαζί Του την λαμπροφόρο ημέρα της Αναστάσεως.
Να αγωνιστούμε, λοιπόν, με όλη την ψυχή μας, με αγάπη στο Χριστό, όχι σκυθρωπάζοντες αλλά χαίροντες και αγαλλόμενοι, στο πνευματικό στάδιο των αρετών. Οπλισμένοι με την λαμπρότητα της αγάπης, την αστραπή της προσευχής και την καθαρότητα της αγνείας μέσω της μετάνοιας, ώστε, να αξιωθούμε να φθάσουμε λαμπροφόροι στην αγία και τριήμερο Ανάσταση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
[1] Ματθ. Ε’, 4.
[2] Ιω. Ιστ’, 25.
[3] Πηγή: Φώτης Κόντογλου, «Η χαρμολύπη, ή το χαροποιόν πένθος». Μυστικά Άνθη και Ελληνική Δημιουργία, τ. 61, σελ. 323-326. Αθήνα 1950.
4ΜΙΛΑΩ ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ. Ἀπὸ τὸ τευχίδιο μὲ
Προσευχές γιά κάθε μέρα (Κείμενο – μετάφραση)
Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Ἔκδοσις Α´ 1986, Β´ 1997 (βελτιωμένη καί μέ νέα στοιχειοθεσία)
Ἐπιμέλεια ἐκδόσεως· Κωνσταντῖνος Π. Παπαθανασίου.
[5] Από το βιβλίο: Βίος και Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ιερά Μονή Χρυσοπηγής. Χανιά 2008.
[6] Κατά συγκατάβαση (καταδέχθηκε), λένε οι άγιοι Πατέρες, ο Θεάνθρωπος Ιησούς (δέχθηκε) τους πειρασμούς για την σωτηρία του ανθρώπινου γένους. Ο Θεός δεν «πειράζει» αλλά ούτε «πειράζεται». Μόνο «δοκιμάζει» ο Θεός, παιδαγωγικά, από άπειρη αγάπη για την σωτηρία του ανθρώπου.
[7] «Πίπτοντες και ανιστάμενοι».
[8] Από συνέντευξη που έδωσε ο π. Χαραλάμπος Παπαπαδόπουλος (παπα Λίβυος), στον ραδιοφωνικό σταθμό Πειραϊκή Εκκλησία, στην εκπομπή της Χατζή Σοφίας).